Δημοσιεύσεις στα Ελληνικά
MME
| Μάρτιος 2014
Με «νιου ντιλ» η απορρόφηση της μαζικής ανεργίας
Του Κωστα Καλλωνιατη
Ελευθεροτυπία, 16 Μαρτίου 2014. Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος.ΤΟΝ ΠΕΡΑΣΜΕΝΟ Νοέμβριο δημοσκόπηση που παρήγγειλε το Global Economic Forum κατέδειξε πως τα 2/3 των κατοίκων της Β. Αμερικής, της Ευρώπης και της Ασίας πιστεύουν πως το υπάρχον οικονομικό σύστημα ευνοεί πρωτίστως τους πλουσίους.
Αυτός ήταν ίσως ο λόγος που το πρόβλημα των οικονομικών ανισοτήτων έγινε κεντρικό θέμα συζήτησης στο Νταβός. Δύο μέρες πριν από το Νταβός δημοσιεύτηκε έκθεση του οργανισμού Oxfam, που αποδείκνυε την καλπάζουσα συγκέντρωση του πλούτου παγκοσμίως: το 1% του γήινου πληθυσμού φερόταν να κατέχει το 50% του παγκόσμιου πλούτου ύψους 110 τρισ. δολ, ή 65 φορές το ισοδύναμο του συνολικού πλούτου του φτωχότερου 50% του γήινου πληθυσμού.
Το «παράδοξο» κι αντίθετο με την ορθόδοξη οικονομική σκέψη είναι πως η μεγάλη αυτή συγκέντρωση του πλούτου σε ελάχιστα χέρια κι η αύξηση των ανισοτήτων διεθνώς συνοδεύονται με την επιβράδυνση ή και στασιμότητα των ρυθμών ανάπτυξης των οικονομιών.
Πρόσφατα, το ΔΝΤ εκπόνησε δύο μελέτες από τις οποίες προκύπτει πως (α) η ιστορική σχέση μεταξύ ανισοτήτων και οικονομικής ανάπτυξης είναι αντίστροφη αυτής που εθεωρείτο πως ισχύει, αφού χώρες με χαμηλά επίπεδα ανισότητας χαρακτηρίζονταν από υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης και (β) η αναδιανομή εισοδήματος υπέρ των φτωχότερων φαίνεται να ευνοεί γενικά την οικονομική ανάπτυξη.
Το πρόβλημα είναι πως οι πολιτικές εσωτερικής υποτίμησης και λιτότητας που εφαρμόστηκαν στην Ελλάδα από την τρόικα και το ΔΝΤ δεν κατέστρεψαν μόνο μεγάλο μέρος της οικονομίας, δεν αύξησαν επιπλέον το χρέος στη μείωση του οποίου αποβλέπουν, αλλά και εκτόξευσαν στα ύψη τις ανισότητες και τη φτώχεια. Ετσι, σύμφωνα με μετρήσεις του ΟΟΣΑ (2013), το πλουσιότερο 10% των Ελλήνων είχε το 2010 εισόδημα 10,3 φορές υψηλότερο του φτωχότερου 10%, ενώ το 2012 είχε 17,4 φορές υψηλότερο αντίστοιχα. Σύμφωνα, δε, με τον ρυθμό αυτό αύξησης της διετίας 2010-2012, υπολογίζουμε πως το 2013 θα έχει φθάσει να είναι 22,5 φορές υψηλότερο!
Ομως εκτός από τις εισοδηματικές ανισότητες υπάρχουν κι οι ανισότητες στον πλούτο (βλ. εκροές καταθέσεων στο εξωτερικό, χρηματιστηριακή κερδοσκοπία, αλλά και κατασχέσεις περιουσιακών στοιχείων των οφειλετών), ενώ η μεγαλύτερη ανισότητα είναι η δυνατότητα ή μη εργασίας με την τεράστια άνοδο της ανεργίας η οποία τετραπλασιάστηκε από το 2007 έως σήμερα.
Εχουμε, λοιπόν, στην Ελλάδα μία πολιτική δημοσιονομικής προσαρμογής, η οποία προκειμένου να δαμάσει τα ελλείμματα όχι μόνο βύθισε την οικονομία στην ύφεση, αλλά επειδή το έπραξε με καθαρά ταξικές πολιτικές διόγκωσε τόσο πολύ την ανεργία και τις ανισότητες που αδυνατεί τώρα να βγάλει την οικονομία από την ύφεση.
Γι' αυτό ακριβώς η πρόσφατη μελέτη των Levy Institute - ΙΝΕ/ΓΣΕΕ έρχεται να τονίσει πως δεν φθάνει να τερματιστεί η πολιτική της λιτότητας για να γλιτώσει η κοινωνία από τη γάγγραινα της μαζικής ανεργίας. Επισημαίνει, δε, πως ακόμη κι αν επανέλθει η οικονομία στους προ κρίσης ρυθμούς ανάπτυξης (3-4%), θα χρειαστούν 14 χρόνια για να δημιουργηθούν οι θέσεις εργασίας που χάθηκαν με την κρίση. Γι' αυτό και προτείνει μία ενεργητική πολιτική για τη δραστική αύξηση της απασχόλησης που αποκαλεί Πρόγραμμα Εγγυημένης Εργασίας με το κράτος σε ρόλο «εργοδότη ύστατης καταφυγής» να αναλαμβάνει την ευθύνη παροχής ευκαιριών 11μηνης εργασίας με τον κατώτατο μισθό σε δημόσια έργα, κοινοτικές υπηρεσίες, δημοτικές υποδομές κ.λπ. και το οποίο αναλόγως του καθαρού κόστους του (1,1 έως 3,9 δισ. ευρώ) θα μπορεί να δημιουργήσει από 250.000 έως 750.000 θέσεις εργασίας, απορροφώντας έτσι το 18% έως το 54% των ανέργων για ένα χρόνο.
Στόχος αυτής της πολιτικής απασχόλησης -ανάλογη της οποίας θα βρούμε μόνον στο Νιου Ντιλ του Ρούζβελτ στον Μεσοπόλεμο, όταν οι ΗΠΑ βρίσκονταν σε μία κρίση ανάλογη της Ελλάδας και με ανεργία 25%- είναι η τόνωση της ζήτησης, το τεράστιο κενό της οποίας σήμερα δεν επιτρέπει στον ιδιωτικό τομέα να ηγηθεί δυναμικά της ανάκαμψης της οικονομίας. Φιλοδοξία του ελληνικού αυτού Νιου Ντιλ είναι να αποτελέσει μέρος μιας ευρύτερης πολιτικής ανασύνταξης κι ανάπτυξης της οικονομίας κι όχι να υποκαταστήσει μια πολιτική παραγωγικής της ανασυγκρότησης.
Είναι φανερό, ωστόσο, πως με την άμεση και μαζική δημιουργία απασχόλησης και τη συγκράτηση ή και αύξηση του κατώτατου μισθού, που περιλαμβάνει, οδηγεί σε εμφανή μείωση των ανισοτήτων και κατ' επέκτασιν στην ανάκαμψη της οικονομίας.