Δημοσιεύσεις στα Ελληνικά
MME
| Ιούλιος 2014
To μερίδιο της εργασίας και του κεφαλαίου στον σύγχρονο καπιταλισμό
Μείωση του εισοδήματος της εργασίας προς όφελος των εταιρικών κερδών, διαπιστώνει ο καθηγητής οικονομικών και ερευνητής για το Levy Institute, Olivier Giovannoni.
Το μερίδιο της εργασίας του εισοδήματος είναι το κλάσμα όλων των χρημάτων που κυκλοφορούν και πηγαίνει στην εργασία, σε αντίθεση με το κεφάλαιο την περιουσία ή τους τόκους.
Από την δεκαετία ΄70 μερίδιο της εργασίας βρίσκεται σε κάμψη, ενώ αντίθετα τα κέρδη βρίσκονται σε άνοδο, σχεδόν παντού στην υφήλιο.
Οπότε, αναρωτιέται ο καθηγητής Giovannoni, γιατί η εργασία συμπιέζεται;
Σύμφωνα με την μελέτη, το ερώτημα είναι βασικό, καθώς διακυβεύονται πολιτικές και οικονομικές θεωρίες.
Η πτώση του μεριδίου εργασίας αντιβαίνει τα πιστεύω των περισσότερων οικονομολόγων, σύμφωνα με τα οποία οι ελεύθερες και ανταγωνιστικές αγορές αποζημιώνουν με δίκαιο τρόπο το κάθε άτομο, σύμφωνα με τις προσπάθειες που καταβάλει και τις ικανότητες του.
Ένας ακόμη λόγος για την σπουδαιότητα του ερωτήματος, είναι το ότι η μείωση του μεριδίου εργασίας αντικατοπτρίζει ένα άλλο φαινόμενο, αυτό της αύξησης των ανισοτήτων.
Την ώρα που το μερίδιο από την εργασία μειώνεται, όλο και περισσότερα εισοδήματα μετατρέπονται σε κεφάλαιο ή περιουσία και αυτού του είδους τα εισοδήματα είναι πολύ περισσότερο άνισα κατανεμημένα.
Όπως επισημαίνει o O. Giovannoni, η μείωση του μεριδίου της εργασίας είναι ακριβώς η άλλη πλευρά της αυξανόμενης ανισότητας- και αν σχεδιάζαμε ένα γράφημα, θα βλέπαμε σε αυτό μια καθαρά αρνητική σχέση, σχεδόν σε κάθε χώρα του πλανήτη.
Οι οικονομολόγοι διακρίνουν τέσσερεις «ενόχους», οι οποίοι ευθύνονται για το φαινόμενο.
Η τεχνολογία
Οι εταιρίες έχουν πολλούς λόγους για να μειώνουν τα κόστη της εργασίας και παράλληλα έχουμε πάμπολλα παραδείγματα όπου οι εργαζόμενοι αντικαταστάθηκαν από μηχανές. Παρόλα αυτά συχνά τείνουμε να ξεχνάμε ότι πίσω από την κατασκευή, τον εφοδιασμό και την συντήρηση των μηχανών βρίσκονται πάντα άνθρωποι.
Σύμφωνα με πρόσφατη και ιδιαίτερης σημασίας έκθεση του παγκόσμιου Οργανισμού Εργασίας (International Labor Organization), ο οικονομολόγος Engelbert Stockhammer, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η επίδραση των τεχνολογικών αλλαγών είναι περιορισμένη:
Η τεχνολογική πρόοδος έχει θετική επίδραση στο μερίδιο εργασίας στις αναπτυσσόμενες χώρες, αλλά έχει αρνητικό αντίκτυπο στις προηγμένες οικονομίες.
Πολλές άλλες μελέτες καταδεικνύουν την συμπληρωματικότητα της εργασίας και του κεφαλαίου- και όχι την αντικατάσταση του ενός από το άλλο.
Όπως αναφέρει ο καθηγητής Giovannoni, συμπερασματικά και πιθανώς προς έκπληξη ορισμένων, οι εμπειρικές μελέτες, γενικά, δεν αναδεικνύουν ότι τα ρομπότ είναι υπεύθυνα για τη μείωση του μεριδίου εργασίας.
Το Παγκόσμιο εμπόριο
Τα τελευταία σαράντα χρόνια είδαμε μια τρομακτική άνοδο στους όγκους των εμπορικών συναλλαγών, μεταξύ των ανεπτυγμένων και των αναπτυσσόμενων χωρών, ενώ παράλληλα υπήρξε κάμψη του μεριδίου εργασίας. Οπότε θα κατηγορηθεί το εμπόριο με τις χώρες χαμηλού εργατικού κόστους, αναρωτιέται ο O. Giovannoni.
Σύμφωνα με την μελέτη, η οικονομική θεωρία εδώ και πολύ καιρό είχε προβλέψει αυτή την εξέλιξη. Το μοντέλο εμπορίου των Heckscher-Ohlin-Stolper-Samuelson καταδεικνύει ότι το μερίδιο της εργασίας αυξάνεται σε χώρες υψηλής έντασης του εργατικού δυναμικού και συρρικνώνεται σε χώρες εντάσεως του κεφαλαίου. Όμως υπάρχουν προβλήματα σε αυτή τη θεωρία.
Στον πραγματικό κόσμο, οι υποθέσεις και οι προβλέψεις της θεωρίας δεν είναι επαρκείς: Οι σχετικές τιμές της εργασίας δεν είναι ίσες, και η κινητικότητα του εργατικού δυναμικού είναι περιορισμένη. Οι μισθοί έχουν ακολουθήσει την ίδια πτωτική πορεία σε παγκόσμιο επίπεδο, σε αναπτυγμένες και αναπτυσσόμενες χώρες, και ανάμεσα σε εισαγωγείς και εξαγωγείς.
Επιπρόσθετα, συνεχίζει η έρευνα, την τελευταία δεκαετία, ο όγκος των εμπορικών συναλλαγών ανάμεσα στα κράτη, είναι πολύ μικρός για αν εξηγήσει την μείωση του μεριδίου εργασίας.
Αυτό μπορεί να διαφέρει στην περίπτωση της Ευρώπης, όπου λόγο ιστορίας, θεσμών και γεωγραφικής εγγύτητας των κρατών της, υπάρχουν μεγαλύτερες εμπορικές συναλλαγές.
Σε αυτή την περίπτωση, μια εξέταση του φαινομένου σε βάθος, θα μπορούσε να εξηγήσει την πτώση του μεριδίου εργασίας: Κάθε χώρα προσπαθεί να αυξήσει τις εξαγωγές της, ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητα της μέσω εξωχώριας παραγωγής, μέσω εσωτερικής υποτίμησης και δίνοντας κίνητρα για την ενίσχυση της παραγωγής.
Το τωρινό κύμα της παγκοσμιοποίησης χαρακτηρίζεται από μια αυξανόμενη κινητικότητα του κεφαλαίου και μια παράλληλη ακινησία της εργασίας, σε βαθμό που η διαπραγματευτική δύναμη της εργασίας μειώνεται.
Η μελέτη θέλει σε αυτή τη διαπίστωση να προστεθεί και ο αφανισμός των συνδικάτων, που ενέτεινε στη πτώση του μεριδίου εργασίας και στην αύξηση των ανισοτήτων.
Λιτότητα στην πρόνοια
Το μερίδιο εργασίας άρχισε την πτωτική του πορεία στα τέλη του ΄70- αρχές του ΄80, σε μία περίοδο που αποτελεί κομβικό σημείο με όρους πολιτικής: Την λιτότητα στην πρόνοια.
Στην περίπτωση απουσίας ανταγωνισμού, ο διάλογος μεταξύ των συνδικάτων και των επιχειρήσεων, θα οδηγήσει σε μεταβλητό μερίδιο μισθών, το οποίο θα εξαρτάται από την ελαστικότητα στην ζήτηση εργασίας.
Η πτώση του αριθμού των εγγραφόμενων στα σωματεία, σε συνδυασμό με την παράλληλη άνοδο της ισχύος των επιχειρήσεων, έχει γύρει αποτελεσματικά την πλάστιγγα υπέρ των δεύτερων.
Γενικά, συνεχίζει η μελέτη, προσθέτοντας τα όλο και λιγότερο «γενναιόδωρα» επιδόματα, τις περικοπές της κοινωνικής ασφάλισης, τις μειώσεις σε βασικούς μισθούς και το «ψαλίδισμα» των υψηλά αμειβομένων του βιομηχανικού τομέα- τότε έχουμε την συνταγή για την προνοιακή λιτότητα.
Όπως αναφέρει ο καθηγητής Giovannoni, ο Stockhammer εκτιμά ότι αυτή η πραγματικότητα που περιγράφηκε, είναι ένας ιδιαίτερα ισχυρός λόγος για την πτώση του μεριδίου εργασίας- ιδιαίτερα στην Ευρώπη- ο οποίος όμως συχνά λησμονείται.
Η «χρηματιστικοποίηση» (Financialization)
Μια πρόσφατη βιβλιογραφία, η οποία μάλιστα βρίσκεται σε άνθηση, έχει συνδέσει την μείωση του μεριδίου εργασίας, με μια διαδικασία που έχει γενικότερα χαρακτηριστεί ως «χρηματιστικοποίηση».
Ο όρος κυρίως καταδεικνύει τη σημασία του χρηματοπιστωτικού τομέα, η οποία ολοένα αυξάνεται σε παγκόσμιο επίπεδο και ιδιαίτερα στις ΗΠΑ, από το 1980 και μετά.
Σύμφωνα με τη μελέτη, μια άμεση επίδραση του διευρυμένου κεφαλαίου, είναι η λιγότερη εξάρτηση των εγχώριων επιχειρήσεων από τις εθνικές επενδύσεις, καθώς και από την ανάγκη προσλήψεων από την εγχώρια αγορά εργατικού δυναμικού.
Κατά συνέπεια, ενώ οι εταιρίες έχουν επιτύχει μεγαλύτερη ευελιξία στους τομείς των επενδύσεων και της απασχόλησης, οι εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν την αποδυνάμωση της διαπραγματευτικής τους ισχύος- γεγονός που ξανά ενισχύει την θέση των επιχειρήσεων.
Η άνοδος του μοντέλου των μετοχικών εταιριών- με εταιρική διακυβέρνηση- έχει ευθυγραμμίσει τα συμφέροντα των διοικούντων με αυτά των μετόχων.
Ως εκ τούτου οι στόχοι των εταιριών έχουν εκτραπεί από τον θεμελιώδη ρόλο τους: Από την δημιουργία ανάπτυξης, έχουν περάσει στον στόχο της ικανοποίησης των μετόχων και στην μεγιστοποίηση των κερδών τους.
Η μείωση της δύναμης του συνδικαλιστικού κινήματος εξασθένισε την διαπραγματευτική θέση των εργατών και το αποτέλεσμα ήταν η διατήρηση των υψηλών κερδών των εταιριών μέσω της συμπίεσης του μεριδίου των μισθών.
Κατά την μελέτη του Stockhammer, η κυρίαρχη δύναμη πίσω από την κάμψη του μεριδίου εργασίας είναι η «χρηματιστικοποίηση», περισσότερο από την επίδραση της αλλαγής των θεσμών ή την άνοδο του διεθνούς εμπορίου ή την αντικατάσταση των εργαζομένων από την τεχνολογία.
Η μεγάλη συμπίεση της εργασίας
Σύμφωνα με τη μελέτη, η παρατηρούμενη παγκόσμια πτώση στο μερίδιο εργασίας και η αναπόφευκτη άνοδος των ανισοτήτων δεν έχει ένα μόνο αίτιο και η οικονομική θεωρία παρέχει περιορισμένες εξηγήσεις.
Τα εμπειρικά στοιχεία, παρότι δεν είναι πάντα ξεκάθαρα, υποστηρίζουν και τις τέσσερις περιπτώσεις που παρατέθηκαν από τον καθηγητή Giovannoni, αλλά η κάθε μία εξ αυτών έχει διαφορετική βαρύτητα.
Σε κυρίαρχη θέση βρίσκεται η «χρηματιστικοποίηση». Τα μερίδια εργασίας δεν βρέθηκαν σε πτώση από ενδογενείς λόγους, αλλά ωθήθηκαν προς τα κάτω από μια άνοδο του μεριδίου των κερδών (των εταιριών).
Η φιλελευθεροποίηση των αγορών και η λιτότητα που εφαρμόστηκε στην πρόνοια, έχουν αρνητικά αποτελέσματα, τουλάχιστον σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα.
Η πτώση του μεριδίου εργασίας και η άνοδος των ανισοτήτων είναι δύο «κατασκευές» που προέρχονται από το ίδιο αίτιο:
Την ασύμμετρη οικονομική ανάπτυξη. Η ασύμμετρη οικονομική ανάπτυξη κυρίως δημιουργείται από την άνοδο των κυρίαρχων οικονομιών- με την άνοδο των περιουσιών από την μια πλευρά και την αύξηση των ανισοτήτων από την άλλη.
Τα τελευταία χρόνια, πληθώρα οικονομολόγων έχουν προβεί σε μελέτες, όπου έχουν καταλήξει σε συμπεράσματα σύμφωνα με τα οποία, οι αυξημένες ανισότητες είναι επιζήμιες, για λόγους παγκόσμιας ανισορροπίας στην αύξηση των ιδιωτικών χρεών.
Το γεγονός ότι τα μερίδια εργασίας είναι αλληλένδετα με την αύξηση των ανισοτήτων, συνιστάται από το ότι όχι μόνο ένα μικρότερο ποσό (αμοιβών) πηγαίνει στην εργασία, αλλά πλέον καθίσταται όλο και δυσκολότερη η δυνατότητα των νοικοκυριών σε μια αξιοπρεπή αμοιβή.
Ο καθηγητής Giovannoni θεωρεί ότι αυτή η κατάσταση εγείρει νέα ερωτήματα. Καταρχάς ότι χρειαζόμαστε περαιτέρω οικονομικές μελέτες στους τομείς της κατανομής των εισοδημάτων: Υπάρχει όριο στην απαρίθμηση των αγορών;
Ποιες θα είναι οι συνέπειες των ολοένα αυξανόμενων ανισοτήτων και της ασύμμετρης οικονομικής ανάπτυξης;
Επιπρόσθετα, η επέκταση της «χρηματιστικοποίησης» και η λιτότητα στον τομέα της πρόνοιας, βοηθήθηκαν, αν όχι δημιουργήθηκαν, από φιλελεύθερες πολιτικές. Θα πρέπει να κατηγορήσουμε τους οικονομολόγους, τους πολιτικούς και τους άλλους παράγοντες που θέτουν τους κανόνες, ότι «κοιμήθηκαν στο τιμόνι» ή τελικά μας οδηγούν στην λάθος κατεύθυνση;
Σύμφωνα με την μελέτη, στον απόηχο των μεγάλων οικονομικών κρίσεων του 2008 και του 2010, αυτά τα ερωτήματα επανέρχονται με τρόπο πιεστικό.